Το τρένο της αγάπης


Γράφει η Γεωργία Μαρίνου

Τι κρύβει άραγε μέσα του ένα τρένο; Ανθρώπους με διαφορετικούς προορισμούς, με άλλα όνειρα. Για εμένα έκρυβε έναν έρωτα, που θα μου άλλαζε τη ζωή.
Όλα άρχισαν όταν αποφασίσαμε όλοι μαζί να πάμε μία εκδρομή στη Δράμα τα Χριστούγεννα. Εγώ  και η παρέα μου, ξεκινώντας από την Αθήνα. Ήταν κι εκείνος μαζί,  φίλος των παιδιών. Φαινόταν γλυκό παιδί, αλλά δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία. Ήταν το πρώτο ταξίδι με τρένο και των δύο μας. Όταν μπήκαμε μέσα, όλοι είχαν βρει τις θέσεις τους, μόνο εγώ κι αυτός είχαμε μείνει, έτσι καθίσαμε μαζί.
 «τι θα κάνω οχτώ ώρες με κάποιον που δεν γνωρίζω;» Σκέφτηκα.
 Τα λεπτά περνούσαν σαν δευτερόλεπτα, μιλούσαμε ακατάπαυστα. Μετά από αρκετή ώρα ένιωσα τα βλέφαρα μου να βαραίνουν, αφέθηκα στο κάθισμα μου κι έκλεισα τα μάτια.
Εκείνος με πείραζε λέγοντας μου συνέχεια «κοιμάσαι;».
«Τώρα όχι» Του απαντούσα δήθεν θυμωμένα. Ύστερα ξαναέκλεινα τα μάτια μου. Μετά από λίγο τα άνοιξα, ένιωθα το βλέμμα του επάνω μου, έτσι ήταν με κοιτούσε.  Ήταν τόσο γλυκός, περίεργα συναισθήματα άρχισαν να με κυκλώνουν. Τι μου συνέβαινε;
Σε λίγο θα αλλάζαμε τρένο στη Θεσσαλονίκη, αυτό σήμαινε πως θα αλλάζαμε και θέσεις. Πώς να του έλεγα πως ήθελα να κάτσουμε μαζί; Αυτή η ανάγκη ήταν  τόσο έντονη, τι μου συνέβαινε; Κοίταξα τα δεύτερα εισιτήρια που είχαμε… Δεν ήταν δυνατόν, οι θέσεις μας ήταν ίδιες. Χαρήκαμε και οι δύο με αυτή την έκπληξη. Η ώρα περνούσε, θέλαμε ακόμα δύο ώρες για να αλλάξουμε τρένο. Δεν μπορούσα να βολευτώ στο κάθισμα μου, έτσι ακούμπησα το κεφάλι μου στον ώμο του, δεν ήθελα να το παρεξηγήσει, αλλά μου άρεσε που το έκανα αυτό. Συνέχισε να με κοιτάζει…
Η ώρα πέρασε, είχαμε φτάσει Θεσσαλονίκη και σε δέκα λεπτά θα παίρναμε το επόμενο τρένο με προορισμό τη Δράμα. Ο Γιάννης, ναι αυτό είναι το όνομα του,  βρισκόταν ήδη μέσα στο τρένο. Εγώ άργησα να μπω, έμεινα έξω με τους υπόλοιπους, μετά από λίγο μπήκα χαρούμενη μέσα στο τρένο για να κάτσω δίπλα του, στη θέση μου όμως καθόταν ένα άλλο παιδί από την παρέα μας. Τον κοίταξα απογοητευμένη, δεν είπα λέξη. Μάλλον δεν ήθελε να κάτσουμε μαζί τελικά… Έκατσα απέναντι του. Όταν γύρισα το κεφάλι μου πρόσεξα πως με κοιτούσε επίμονα, τι ήθελε; Ας πρόσεχε να μην άφηνε άλλον στη θέση μου.       
Γύρισα προς το μέρος του, με αφορμή να αφήσω το παλτό μου στην θέση μου, εντάξει επίτηδες το έκανα. Το βλέμμα μου δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί και κόλλησε επάνω του. Κι αυτός με κοιτούσε, τα μάτια του έλεγαν πως ήθελε να είμαι κοντά του. Δεν ήξερα τι να κάνω… Τότε σκούντηξε τον διπλανό του και του ζήτησε να κάτσει στη θέση μου. Ο Ανδρέας με ρώτησε αν ήθελα να αλλάξω θέση.
«α δεν ξέρω, δεν έχω πρόβλημα».  Εντάξει ξέρω, χαζή απάντηση, αλλά δεν ήθελα να νομίζει πως τρελαίνομαι να κάτσω και δίπλα του. Όχι ότι δεν ήταν έτσι…
Τελικά κατάφερα να βρεθώ πάλι στο πλευρό του Γιάννη. Επιτέλους, ήμουν κοντά του. Ακούμπησα το κεφάλι μου στον ώμο του, δεν με ένοιαζε τι θα σκεφτόταν, μου άρεσε που ήμασταν έτσι. Μου είπε πως είχε γίνει μπέρδεμα με τις θέσεις, πλέον δεν με ενδιέφερε  τίποτα άλλο ,ήμουν κοντά του κι αυτό είχε σημασία. Τα χέρια μας ενώθηκαν, με χάιδευε τρυφερά. Όταν σήκωνα το κεφάλι μου για να τον κοιτάξω, το πρόσωπο του σχημάτιζε ένα πλατύ χαμόγελο.  Πλησίαζε συχνά το πρόσωπο μου «όχι δεν πρέπει να τον αφήσω να με φιλήσει» Σκεφτόμουν συνέχεια.  
Πριν ξεκινήσω για αυτό το ταξίδι, πίσω είχα αφήσει κάποιον που με ενδιέφερε, πως ήρθαν έτσι τα πράγματα; Δεν ήξερα τι να κάνω, έτσι είπα στον Γιάννη πως ενδιαφερόμουν για κάποιον άλλον… Μετά από αυτό ήρθε η σιωπή.
Η ώρα πέρασε και με κοίταξε κατάματα, τα πρόσωπα μας ήρθαν πολύ κοντά, με φίλησε. Αυτή η στιγμή ήταν υπέροχη. Δεν με ένοιαζε τίποτα άλλο… Δεν κοιτούσα πίσω πλέον παρά μόνο μπροστά.
            Σύντομα φτάσαμε στη Δράμα. Η υπόλοιπη παρέα ήταν αρκετά χαρούμενη με την έκπληξη μας. Επιτέλους ένα νέο ζευγάρι στην παρέα. Μπήκαμε στην Ονειρούπουλη της Δράμας. Το σλόγκαν για τα φετινά Χριστούγεννα ήταν , ζήσε το όνειρο στην Ονειρούπολη.
            Έτσι έγινε οι δύο επόμενες μέρες ήταν σαν όνειρο και για τους δύο μας, ήμασταν μαζί… Εκεί ακούσαμε για πρώτη φορά αγκαλιά το τραγούδι μας… Θυμάσαι;  Όταν οι μέρες πέρασαν, έπρεπε να χωριστούμε, εγώ με την υπόλοιπη παρέα θα πήγαινα Αθήνα, ο Γιάννης, στην Καβάλα. Αποφασίσαμε να είμαστε μαζί και να ξεπεράσουμε κάθε εμπόδιο! Η απόσταση δεν θα μας χωρίσει, αυτή ήταν η υπόσχεση μας…

ΥΓ: Αυτό το διήγημα είναι αφιερωμένο σε έναν άνθρωπο που πραγματικά το αξίζει. Που με έχει κάνει να ζω πράγματα που πάντα ονειρευόμουν. Σύντομα η απόσταση δεν θα μας ξαναχωρίσει.  Γιάννη Κιρλή σε ευχαριστώ για τις υπέροχες στιγμές που μου χάρισες σε αυτό το ταξίδι και όχι μόνο. Σ’ αγαπάω

Σχόλια