Πόνος...



Γράφει η Γεωργία Μαρίνου

Πόνος, πόνος φαινόταν στα μάτια της καθώς τα δάκρυα κυλούσαν. Έπρεπε επιτέλους να θέσει ένα τέλος, η λεπίδα με μία απλή κίνηση χώρισε τις φλέβες της. Το τέλος είχε έρθει και κανείς δεν κατάφερε να τη σώσει…Όλα άρχισαν από εκείνο το τηλεφώνημα. Ο Φώτης θα έμενε μαζί τους για μερικές εβδομάδες. Ο αδελφός της Χριστίνας, ο Πέτρος, επέμενε πως έπρεπε να τον φιλοξενήσουν.
Η Χριστίνα ζούσε με τον αδελφό της, οι γονείς τους ήταν στο δικό τους κόσμο κάνοντας ταξίδια συνεχώς. Στην πραγματικότητα ο Πέτρος τη μεγάλωσε, είχαν μόνο 5 χρόνια διαφορά. Η Χριστίνα ήταν 19 χρονών και σπούδαζε νοσηλευτική.

Οι μέρες πέρασαν γρήγορα και ο Φώτης δεν άργησε να φανεί στο κατώφλι της πόρτας τους. Ο Πέτρος χαρούμενος, άνοιξε την πόρτα και αγκάλιασε τον φίλο του. Κάθισαν μαζί στον καναπέ για να θυμηθούν τις παλιές καλές τους στιγμές. Είχαν να συναντηθούν μερικούς μήνες. Η Χριστίνα χωρίς να έχει ακούσει το κουδούνι εμφανίστηκε στο σαλόνι με μία μόνο πετσέτα τυλιγμένη στο σώμα της. Τα μάτια του Φώτη ταξίδεψαν επάνω στο κορμί της. Εκείνη είχε παγώσει. Ο Πέτρος του είπε πως είναι η αδελφή του, η Χριστίνα έτρεξε στο δωμάτιο της να ντυθεί.

Μετά από αρκετή ώρα ο πάγος είχε σπάσει, κάθισαν και οι τρεις τους στο τραπέζι. Όταν τελείωσαν το φαγητό τους η Χριστίνα σηκώθηκε για να μαζέψει τα πιάτα. Η φούστα της δεν κάλυπτε αρκετή από τη σάρκα της… Ο Φώτης άρχισε να νιώθει τη φωτιά μέσα του να δυναμώνει. Δεν έπρεπε να κάνει πάλι το ίδιο λάθος όχι δεν έπρεπε.

Το επόμενο πρωί ο Πέτρος σηκώθηκε για να πάει στη δουλεία. Ήταν Σάββατο και κανονικά δεν δούλευε αλλά είχε προκύψει κάτι έκτακτο στο μαγαζί και τον χρειάζονταν. Έτσι η Χριστίνα έμεινε μόνη με τον Φώτη. Μιλούσαν μαζί για αρκετή ώρα. Εκείνη πήγε προς την κουζίνα κι έφτιαξε καφέ στον Φώτη. Κατά λάθος οι δύο τους συγκρούστηκαν κι έτσι ο καφές χύθηκε στην μπλούζα της. Έτρεξε στο δωμάτιο της για να αλλάξει, ξέχασε την πόρτα μισάνοιχτη, αλλά δεν πρόσεξε τα φλογισμένα μάτια του Φώτη που χάζευαν κρυφά τη σάρκα της. Η Χριστίνα πέταξε τη μπλούζα της στο κρεβάτι. Ο Φώτης ένιωσε το αίμα του να καίει, όχι δεν έπρεπε να υποταχθεί στην επιθυμία του, δεν έπρεπε να κάνει το ίδιο λάθος ξανά. Η Χριστίνα άνοιξε την ντουλάπα της αναζητώντας ένα στεγνό μπλουζάκι. Ο Φώτης όρμισε στο δωμάτιο. Την άρπαξε στην αγκαλιά του και την πέταξε στο κρεβάτι. Δεν πρόλαβε να φωνάξει, είχε ήδη σφραγίσει το στόμα της με τα χέρια του.

Το σώμα του τριβόταν επάνω της για αρκετή ώρα. Η Χριστίνα προσπαθούσε να ξεφύγει αλλά μάταιος κόπος. Κρατούσε γερά τα χέρια της. Τα δάκρυα της μούσκευαν τα μάγουλα της. Ήθελε μονάχα να τελειώσει το μαρτύριο της.

Ο Φώτης σηκώθηκε από πάνω της και με απόλυτη ψυχραιμία άρχισε να κουμπώνει το παντελόνι του. Η Χριστίνα βρισκόταν κουλουριασμένη στο κρεβάτι της, ήθελε να πεθάνει. Ένιωθε βρώμικη. Δεν είχε τη δύναμη να τον χτυπήσει, δεν άντεχε να σηκωθεί και να τον αντιμετωπίσει. Τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα όταν άκουσε ένα σούρσιμο στο πάτωμα. Ήταν από τη βαλίτσα, ο Φώτης έφευγε. Την είχε βιάσει και τώρα έφευγε σαν να μην είχε συμβεί τίποτα! Σταμάτησε στο δωμάτιο της. Την πλησίασε αργά και τη φίλησε για τελευταία φορά. Αηδία τύλιξε το σώμα της. Δεν ήθελε να την ξανά αγγίξει. Τον σιχαινόταν. Η εξώπορτα έκανε ένα δυνατό κρότο. Αυτό ανακούφισε την Χριστίνα, ο εφιάλτης της είχε φύγει.

Το βράδυ, όταν γύρισε στο σπίτι ο Πέτρος, βρήκε την αδελφή του τυλιγμένη στα σεντόνια της. Του είπε όλα όσα συνέβησαν. Ο Πέτρος πήγε αμέσως στην αστυνομία για να τον καταγγείλει, εκεί του είπαν πως ο Φώτης ήταν ένοχος και για άλλους βιασμούς στο παρελθόν.

Ένα μήνα μετά, τον έκλεισαν επιτέλους στη φυλακή. Ο Πέτρος έτρεξε χαρούμενος στο σπίτι για να πει τα καλά νέα στην αδελφή του. Δεν την έβρισκε πουθενά, δεν ήταν ούτε στο δωμάτιο της…

Χτύπησε δυνατά την πόρτα του μπάνιου. Δεν πήρε καμία απάντηση. Μπήκε μέσα.

Βρήκε την αδελφή του στο πάτωμα, το αίμα της ήταν σαν σεντόνι επάνω της. Είχε κόψει τις φλέβες της. Ο Πέτρος την αγκάλιασε σφιχτά, γιατί το είχε κάνει αυτό; Γιατί τώρα; Πρόσεξε πως στο πάτωμα υπήρχε ένα τεστ εγκυμοσύνης, η Χριστίνα είχε μείνει έγκυος. Δεν μπόρεσε να το αντέξει.

Πόνος, πόνος φαινόταν στα μάτια της καθώς τα δάκρυα κυλούσαν. Έπρεπε επιτέλους να θέσει ένα τέλος, η λεπίδα με μία απλή κίνηση χώρισε τις φλέβες της. Το τέλος είχε έρθει και κανείς δεν κατάφερε να τη σώσει…

Σχόλια