Deja vu



“Σε έχω δει κάπου, κάπου σε ξέρω...” οι στίχοι ενός παλιού τραγουδιού, είναι οι ιδανικοί θεωρώ για το ξεκίνημα του σημερινού άρθρου που αναφέρεται στο φαινόμενο “deja-vu”. Ο όρος “deja-vu” προέρχεται από την γαλλική γλώσσα και σημαίνει “το έχω ξαναδεί”. Στη ελληνική γλώσσα, αυτό το φαινόμενο το συνδέουμε με τον όρο “προμνησία”.

Ώς λέξη πρωτοεμφανίστηκε από τον Emile Boirac , ένα Γάλλο ερευνητή με έντονο ενδιαφέρον για τις ψυχικές έρευνες, στο βιβλίο του “ L' Avenir des sciences psychigues” (“Το μέλλον των ψυχικών ερευνών”). Το σύγγραμμα του αποτελούσε επέκταση μίας εργασίας που είχε ολοκληρώσει όταν ακόμα ήταν προπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Chicago.

Τι ακριβώς όμως είναι μία deja-vu εμπειρία; Είναι η αίσθηση ενός ανθρώπου ότι ένα γεγονός που τώρα βλέπει ή βιώνει ή ακούει έχει επαναληφθεί στο παρελθόν. Έτσι, η εν λόγω εμπειρία συνοδεύεται συχνά από ένα έντονο αίσθημα οικειότητας αλλά κυρίως από ένα έντονο αίσθημα παραδοξότητας και μυστηρίου. Η ιδιαιτερότητα της εν λόγω εμπειρίας ώστε από κάποιους να οριστεί ως παραφυσικό φαινόμενο, δεν οφείλεται τόσο στο ότι ένα γεγονός μοιάζει να επαναλαμβάνεται αλλά στο ιδιαίτερο αίσθημα που συνοδεύει την αίσθηση αυτή. Είναι αυτή η έντονη πεποίθηση ότι “κάτι δεν πάει καλά”, ότι αυτό που αισθάνομαι είναι αδύνατο να συμβαίνει.

Στη λογοτεχνία του παρελθόντος υπάρχουν αναφορές σε εμπειρίες προμνησίας, γεγονός που αποδεικνύει ότι το φαινόμενο δεν είναι νέο. Πλήθος ερευνών υπάρχει πάνω στο φαινόμενο της προμνησίας. Ο Mckellar το 1954, ύστερα από έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 182 φοιτητών του Πανεπιστημίου του Aberdeen κατέληξε ότι το 23% των συμμετεχόντων του είχαν βιώσει deja-vu. Το 1966 ο C.E Green σε έρευνα πάνω σε 115 φοιτητές του Πανεπιστημίου του Southampton κατέληξε πως το 80% των ερωτηθέντων είχε βιώσει έστω και μία φορά στη ζωή του deja-vu. Το 1985, σχετική έρευνα του Haraldsson έδειξε ότι το 64% των Βρετανών και των Ισλανδών έχει βιώσει εμπειρία deja vu, ενώ υπολόγισε ότι το αντίστοιχο ποσοστό για τις Η.Π.Α. άγγιζε το 60%.

Επίσης, το 1992 πραγματοποιήθηκε σχετική έρευνα από τον T. C. Gaynard με δείγμα μαθητές του Wyke College του Kingston, ηλικίας 16 με 19 ετών. Με αυτή την έρευνα ο T.C. Gaynard απέδειξε πως από το σύνολο των μαθητών που βίωσαν κάποια παραφυσική εμπειρία, το deja vu ήταν το πλέον διαδεδομένο σε ποσοστό 35.9%.Πιο πρόσφατα το 1999, σχετική έρευνα της Shari A. Cohn σε δείγμα 208 ατόμων από την Σκωτία, την Βρετανία, την υπόλοιπη Ευρώπη, την Νότιο Αμερική και άλλες περιοχές της υφηλίου, υπολόγισε ότι το ποσοστό των ανθρώπων που βιώνουν εμπειρίες deja-vu ανέρχεται στο 66%.

Περισσότερο από το 70% των ανθρώπων έχουν νοιώσει την εμπειρία της προμνησίας τουλάχιστον μία φορά στην ζωή τους για μερικά δευτερόλεπτα. Το σύνηθες χρονικό διάστημα κυμαίνεται από 10 έως 30 δευτερόλεπτα. Το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα έντονο σε ηλικίες των 15 έως 25 ετών, ενώ όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία ενός ανθρώπου τόσο αυτό μειώνεται.Επίσης, τα άτομα που είναι πιο επιρρεπή στη προμνησία είναι αυτά που αγχώνονται και κουράζονται υπερβολικά, καθώς και αυτά του ανώτερου κοινωνικού και μορφωτικού επιπέδου αλλά και όσοι ταξιδεύουν συχνά.

Τα τελευταία χρόνια το φαινόμενο αυτό έχει ερευνηθεί εκτεταμένα από ψυχολογική και νευροφυσιολογική σκοπιά. Η εξήγηση που δίνεται είναι ότι πιθανότατα πρόκειται για μία ανωμαλία της μνήμης. Συγκεκριμένα ο εγκέφαλος εσφαλμένα “πιστεύει” ότι έχει καταγεγραμμένη μία εμπειρία, ενώ δεν την έχει. Η εξήγηση αυτή στηρίζεται από το γεγονός ότι μπορεί μεν το άτομο να πιστεύει ότι η εμπειρία του έχει ξανασυμβεί, αλλά δεν είναι σε θέση να ανακαλέσει την χρονική στιγμή ή τις συνθήκες.

Μία μερίδα ψυχολόγων αναφέρουν ότι το deja vu είναι κάτι σαν “αναλαμπή”. Μία τόσο γρήγορη και στιγμιαία επαναφορά μνήμης που μοιάζει να είναι “δίδυμη” της παλαιότερης. Από τις έρευνες που έχουν διεξάγει, γίνεται μία συσχέτιση της προμνησίας με διαταραχές, όπως η σχιζοφρένεια και η επιληψία, με αποτέλεσμα να θεωρούν ότι το φαινόμενο αυτό αποτελεί μία νευρολογική διαταραχή στα ηλεκτρικά φορτία του εγκεφάλου. Φυσικά, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας καθώς το φαινόμενο αυτό συμβαίνει στο μεγαλύτερο ποσοστό υγιών ανθρώπων και είναι κάτι το συνηθισμένο και καθημερινό.

Τελειώνοντας, η προμνησία είναι ένα φαινόμενο το οποίο συνδέεται και με άλλα μεταφυσικά φαινόμενα, όπως η μετενσάρκωση και η εξω-αισθητηριακή αντίληψη, σύμφωνα με μία ομάδα ειδικών πάνω στη μεταφυσική. Στη περίπτωση που συνδέεται με την μετενσάρκωση, αυτή η θύμηση-ανάμνηση αποδίδεται στο άτομο, στο ότι σε κάποια ίσως προηγούμενη ζωή του είχε μία παρόμοια εμπειρία. Εφόσον τα κύτταρά μας έχουν μνήμη,τότε μέσω της κληρονομικότητας (DNA) μεταφέρονται από τους πρόγονους μας σε μας. Στη περίπτωση που συνδέεται με την έξω-αισθητηριακή αντίληψη, τότε το άτομο είναι σαν να έχει προφητέψει το ίδιο, μέσω της έκτης του αίσθησης, την εμπειρία αυτή. Σαν να έχει ενορατικές δυνατότητες και να στοιβάζει στο υποσυνείδητο του όλες τις πληροφορίες, χρήσιμες και άχρηστες, και ένα ερέθισμα έρχεται και φέρνει στη επιφάνεια αυτούς τους συνειρμούς σαν να είναι πραγματικές καταστάσεις και συναισθήματα.

Σχόλια